ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

matt σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
matt

ματ◼◼◼

matt vagy fényes nyomtatást kér?

θα θέλατε εκτυπώσεις ματ ή γυαλιστερές;

folyamattechnológia

τεχνολογία μεταποίησης (επεξεργασίας)

sakk-matt

ματ

ρουά ματ

Το ιστορικό σας