ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

mali σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
Mali

Μαλί◼◼◼

hatásminimalizálás

ελαχιστοποίηση των επιπτώσεων

kárminimalizálás

ελαχιστοποίηση της βλάβης (ζημίας)

létesítmény optimalizálás

Βελτιστοποίηση ηλεκτροπαραγωγής

maximalizmus

μαξιμαλισμός

normalizálás

κανονικοποίηση◼◼◼

optimalizáció

βελτιστοποίηση◼◼◼

optimalizálás

βελτιστοποίηση◼◼◼

Το ιστορικό σας