ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

majom σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
majom

μαιμού

μαϊμού

μαϊμού (maimu)

μαϊμού (η)

πίθηκος

πίθηκος (píthikos)

emberszabású majom

πίθηκος

Το ιστορικό σας