ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

múzeum σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
múzeum

μουσείο (mouseío)◼◼◼

μουσείο (το)◼◼◼

Múzeum

Μουσείο◼◼◼

ebben a múzeumban egy nagyon jó ... gyűjtemény található

το μουσείο έχει μια πολύ καλή συλλογή από ...

hétfőnként a múzeum zárva tart

το μουσείο είναι κλειστό τις δευτέρες

van múzeum-térképük?

έχετε χάρτη του μουσέιου;

ökomúzeum

οικολογικό μουσείο

Το ιστορικό σας