ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

mászik σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
mászik

wriggle

έρπω

αναρριχώμαι

ανεβαίνω

σκαρφαλώνω

Το ιστορικό σας