ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

másolópapír σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
másolópapír

καρμπόν◼◼◼

αποτυπωτικό χαρτί◼◻◻

Το ιστορικό σας