ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

mágneses σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
mágneses

μαγνητικός◼◼◼

mágneses mező

μαγνητικό πεδίο◼◼◼

Mágneses mező

Μαγνητικό φάσμα

elektromágneses

ηλεκτρομαγνητικός◼◼◼

Elektromágneses hullám

Ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία

elektromágneses kölcsönhatás

ηλεκτρομαγνητική αλληλεπίδραση

elektromágneses sugárzás

ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία◼◼◼

Το ιστορικό σας