ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

lonc σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
lonc

αγιόκλημα

kitoloncol

απελαύνω

kitoloncolás

απέλαση◼◼◼

Το ιστορικό σας