ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

lett σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
tabletta gyomorrontásra

ταμπλέτες για δυσκοιλιότητα

természetfeletti

υπερφυσικός

tisztelettel,

πιστά δικός σας,

tisztelettudó

ευγενικός

toalett

αποχωρητήριο

toalettpapír

χαρτί υγείας◼◼◼

üdvözlettel,

ειλικρινά δικός σας,

χαιρετισμούς,

utazási betegség elleni tabletták

δραμαμίνες

üzlettárs

συνέταιρος

vitamin tabletták

βιταμίνες

234

Το ιστορικό σας