ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

leszerelés σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
leszerelés

αφοπλισμός◼◼◼

αποστράτευση◼◼◻

εκπλήρωση◼◻◻

απόλυση◼◻◻

Το ιστορικό σας