ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

lenyűgöz σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
lenyűgöz

εντυπωσιάζω (-σω)

lenyűgözött bennünket Budapest szépsége

εντυπωσιαστήκαμε από την ομορφιά της Βουδαπέστης

Το ιστορικό σας