ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

legkisebb σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
legkisebb

ελάχιστα◼◼◼

legkisebb közös többszörös

ελάχιστο κοινό πολλαπλάσιο

a legkisebb dologért is

παραμικρό

Το ιστορικό σας