ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

lefolyó σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
lefolyó

η αποχέτευση

eldugult a lefolyó

βούλωσε η αποχέτευση

Το ιστορικό σας