ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

lakótárs σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
lakótárs

συγκάτοικος

egy lakótárssal élek

συγκατοικώ με άλλο ένα άτομο

én ... lakótárssal élek

συγκατοικώ με άλλους ...

Το ιστορικό σας