ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

láncszem σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
láncszem

κρίκος◼◼◼

διασύνδεση◼◼◻

σύνδεσμος

Το ιστορικό σας