ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

láma σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
láma

λάμα◼◼◼

Láma

Λάμα◼◼◼

dalai láma

Δαλάι Λάμα

szeretném rendezni a számlámat, kérem!

θα ήθελα να πληρώσω το λογαριασμό μου παρακαλώ

Το ιστορικό σας