ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

korszerű σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
korszerű

τεχνολογία αιχμής◼◼◼

legkorszerűbb

τεχνολογία αιχμής◼◼◼

Το ιστορικό σας