ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

kmer σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
kmer

χμερ

vakmerő

παράτολμος

ριψοκίνδυνος

τολμηρός

vakmerőség

θράσος

τόλμη

Το ιστορικό σας