ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

kihullás σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
kihullás

κατακρήμνιση (απόθεση, κατάλοιπα) ρύπων (σωματιδίων)

kémiai kihullás

χημικές αποθέσεις (ραδιενεργών σωματιδίων)

légköri kihullás

ατμοσφαιρική (εν)απόθεση

radioaktív kihullás

ραδιενεργά κατάλοιπα πυρηνικής έκρηξης

Το ιστορικό σας