ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

keselyű σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
keselyű

όρνιο◼◼◼

αετός

γύπας

γύπας (gypas)

barátkeselyű

μαυρόγυπας◼◼◼

Fakókeselyű

Όρνιο◼◼◼

fakókeselyű

όρνιο◼◼◼

hollókeselyű

κουρούνα

királykeselyű

βασιλικός γύπας◼◼◼

Szakállas saskeselyű

Γυπαετός

szakállas saskeselyű

γυπαετός

Το ιστορικό σας