ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

kereskedés σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
kereskedés

ανταλλαγή◼◼◼

εμπόριο◼◼◼

εμπορικός◼◻◻

halkereskedés

ιχθυοπωλείο

vaskereskedés

μαγαζί με ηλεκτρικά είδη

Το ιστορικό σας