ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

kard σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
kard

σπαθιά◼◼◼

μάχαιρα

ξίφος (ksífos) , σπαθί (spathí)

σπαθί

Kard

Ξίφος

kardamom

κάρδαμο◼◼◼

kardhal

ξιφίας◼◼◼

ξιφίας (ksifias)◼◼◼

kardigán

ζακέτα

καμπαρντίνα

kardszárnyú delfin

όρκα

kardvirág

γλαδιόλα◼◼◼

elektrokardiogram

ηλεκτροκαρδιογράφημα

Elektrokardiográfia

Ηλεκτροκαρδιογράφημα◼◼◼

fénykard

φωτόσπαθο

Το ιστορικό σας