ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

kancsal σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
kancsal

αλλήθωρος

kancsalság

αλληθωρίζω

αλληθώρισμα

kancsalít

αλληθωρίζω

Το ιστορικό σας