ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

közreműködés σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
közreműködés

συνδρομή◼◼◼

βοήθεια◼◼◼

συνεισφορά◼◻◻

εισφορά◼◻◻

Το ιστορικό σας