ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

környezetpolitika σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
környezetpolitika

περιβαλλοντική πολιτική◼◼◼

környezetpolitikai eszköz

μέσο (άσκησης) περιβαλλοντικής πολιτικής

ipari környezetpolitika

βιομηχανική πολιτική περιβάλλοντος

önkormányzati környezetpolitika

περιβαλλοντική πολιτική της δημοτικής αρχής (του δήμου)

Το ιστορικό σας