ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

környezetbarát σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
környezetbarát

φιλικός,-ή,-ό για το περιβάλλον

környezetbarát beszerzés

φιλική για το περιβάλλον προμήθεια

környezetbarát gazdálkodás

φιλική για το περιβάλλον διαχείριση

környezetbarát termék

φιλικό για το περιβάλλον προϊόν

Το ιστορικό σας