ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

kölcsönkér σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
kölcsönkér

δανείζομαι

kölcsönkérhetném a telefonodat?

μπορώ να δανειστώ το κινητό σου παρακαλώ;

Το ιστορικό σας