ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

kálium σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
Kálium

Κάλιο◼◼◼

kálium

κάλιο (kálio)◼◼◼

ποτάσα◼◻◻

κάλιον

káliumműtrágya

καλιούχο λίπασμα

Το ιστορικό σας