ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

jelenlegi σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
jelenlegi

παρόν◼◼◼

παρών◼◼◻

τρέχων◼◼◻

σημερινός◼◼◻

εν εξελίξει◼◻◻

ένταση◼◻◻

πραγματικός◼◻◻

τωρινός

ρεύμα

mi a jelenlegi kamatláb személyi kölcsönre?

ποιό είναι το παρών επιτόκιο για προσωπικά δάνεια;

Το ιστορικό σας