ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

jóváhagy σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
jóváhagy

επικύρωση◼◼◼

κύρωση◼◻◻

εγκρίνω

επιδοκιμάζω

jóváhagyás

επιβεβαίωση◼◼◼

jóváhagyást igénylő telepítés

εγκατάσταση για την οποία απαιτείται έγκριση

az elnök által jóváhagyott

... που εγκρίθηκε από τον πρόεδρο

létesítmények jóváhagyása

έγκριση των εγκαταστάσεων

Το ιστορικό σας