ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

inkább σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
inkább

περισσότερο◼◼◼

μάλλον◼◼◼

πιο◼◼◼

ακόμη◼◼◻

αντί◼◼◻

παραπάνω◼◻◻

όντως◼◻◻

άλλος◼◻◻

inkább, alighanem

μάλλον

előnyben részesít, preferál, jobban szeret, inkább választ

προτιμώ

leginkább

κυρίως◼◼◼

συγκεκριμένα◼◼◻

ειδικά◼◻◻

Το ιστορικό σας