ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

informál σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
informál

πληροφορώ

informális tárgyalás

ανεπίσημη (άτυπη) διαπραγμάτευση

Το ιστορικό σας