ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

indokol σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
indokol

λόγος◼◼◼

λογική◼◼◻

δικαιολογία◼◼◻

indokolatlan

αδικαιολόγητος◼◼◼

indokolt, igazolt

δικαιολογημένος (-η-ο)

indokolás

δικαιολόγηση◼◼◼

δικαιολογία◼◼◻

Το ιστορικό σας