ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

idegesít σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
idegesít

εκνευρίζω

ενοχλώ

νευριάζω (-σω), εκνευρίζω (-σω)

Το ιστορικό σας