ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

hirtelen σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
hirtelen

ξαφνικά (ksafniká)◼◼◼

απότομα◼◼◼

αιφνιδίως◼◼◻

απότομος◼◻◻

αιφνίδιος◼◻◻

απότομα, ξαφνικά

hirtelen sült krumpli

πατάτες σωτέ

Το ιστορικό σας