Ενεργοποιήστε τη Javascript για να χρησιμοποιήσετε το λεξικό! Πώς να ενεργοποιήσω τη Javascript;
ελαττωματικός▼◼◼◼
(téves) λανθασμένος-η-ο, (nem tökéletes) ελαττωματικός-ή-ό, (tehet vmiről) φταίω▼
νομίζω έχει γίνει κάποιο λάθος με αυτό το λογαριασμό▼
ποιος έφταιγε;▼
βλάβη▼◼◼◼
δυσλειτουργία▼◼◼◻
αποτυχία▼◼◻◻
ανάλυση▼◼◻◻
φταίω▼
↑