ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

hasmenés σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
hasmenés

διάρροια◼◼◼

διάρροια (diárroia)◼◼◼

ευκοιλιότητα

ευκοιλιότητα (efkoiliótita)

η ευκοιλιότητα, η διάρροια

hasmenés elleni tabletta

ταμπλέτες διάρροιας

hasmenésem van

έχω διάρροια

Το ιστορικό σας