ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

hajt σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
végrehajtás

ανάκτηση◼◼◻

κίνδυνος◼◻◻

κατάσχεση◼◻◻

αγωνία

végrehajtási törvény

εκτελεστικός νόμος◼◼◼

végrehajtási utasítás

εκτελεστικό διάταγμα

végrehajtható

εκτελέσιμος κώδικας◼◼◼

végrehajtó

εκτελεστικός◼◼◼

εκτελεστής◼◼◻

12

Το ιστορικό σας