ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

hagyma σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
hagyma

κρεμμύδι (kremmýdi)◼◼◼

κρεμμύδι (το)◼◼◼

σκόρδο◼◼◻

βολβός◼◻◻

το κρεμμύδι◼◻◻

κρεμυδι

πράσο

Fokhagyma

Σκόρδο◼◼◼

fokhagyma

το σκόρδο◼◼◼

metélőhagyma

σχοινόπρασο◼◼◼

πρασουλίδα

mogyoróhagyma

ασκαλώνιο◼◼◼

póréhagyma

πράσο (práso)◼◼◼

virághagyma

βολβός

virághagyma-termesztés

καλλιέργεια βολβών

vöröshagyma

κρεμμύδι◼◼◼

Vöröshagyma

Κρεμμύδι◼◼◼

újhagyma

φρέσκο κρεμμύδι

Το ιστορικό σας