ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

háztető σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
háztető

οροφή

σκεπή

στέγη

motorháztető

κάλυμμα◼◼◼

καπό◼◼◼

κουκούλα

Το ιστορικό σας