ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

gyakornok σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
gyakornok

μαθητευόμενος◼◼◼

ασκούμενος◼◼◼

εκπαιδευόμενος◼◼◻

én ... gyakornok vagyok

είμαι εκπαιδευόμενος / η ...

Το ιστορικό σας