ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

gyógyszerészeti σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
gyógyszerészeti

φαρμακευτικός◼◼◼

gyógyszerészeti hulladék

φαρμακευτικά απορρίμματα (απόβλητα)

Το ιστορικό σας