ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

gém σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
gém

ερωδιός◼◼◼

αρδέα

τσικνιάς

kanalasgém

χουλιαρομύτα◼◼◼

pásztorgém

γελαδάρης◼◼◼

szürke gém

σταχτοτσικνιάς

σταχτοτσικνιάς (stachtotsikniás)

Το ιστορικό σας