ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

fontos σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
fontos

σημαντικό◼◼◼

σημαντική◼◼◼

σημαντικός◼◼◻

ύλη◼◻◻

μεγάλος◼◻◻

κλειδί◼◻◻

μείζων◼◻◻

σοβαρός

σπουδαίος

σπουδαίος (-α-ο)

fontos, jelentős

σπουδαίος (-α-ο)

fontosság

σημασία◼◼◼

σπουδαιότητα◼◼◻

σχέση◼◼◻

αξία◼◻◻

βάρος◼◻◻

έννοια◼◻◻

συνάφεια◼◻◻

τιμή

σημαντικότητα

kulcsfontosságú

κλειδί◼◼◼

létfontosságú

κρίσιμος◼◼◼

nem fontos

δεν είναι σημαντικό◼◼◼

nemzetközileg fontos ökoszisztéma

οικοσύστημα διεθνούς σημασίας

tizesekben, legyen szíves (tíz fontos bankjegyek)

σε χαρτονομίσματα των δέκα