ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

folyamatosan σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
folyamatosan

συνέχεια◼◼◼

όλο◼◼◻

αδιάκοπα◼◻◻

folyton, folyamatosan

συνέχεια

Το ιστορικό σας