ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

finomítás σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
finomítás

ραφινάρισμα◼◼◼

διύλιση◼◼◻

εξευγενισμός◼◼◻

διαύγαση

szénfinomítás

καθαρισμός (του) άνθρακα

Το ιστορικό σας