ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

felügyelő σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
felügyelő

επόπτης◼◼◼

επιβλέπων◼◼◻

felügyelő

αστυνόμος◼◼◼

házfelügyelő

επιστάτης

vagyonfelügyelő

διαχειριστής◼◼◼

Το ιστορικό σας