ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

felépítmény σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
felépítmény

κατασκευή◼◼◼

ανωδομή◼◻◻

δομικός◼◻◻

επιδομή◼◻◻

Το ιστορικό σας