ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

föderáció σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
föderáció

ομοσπονδία◼◼◼

σύνδεσμος◼◻◻

konföderáció

συνομοσπονδία◼◼◼

ένωση◼◼◻

Oroszországi Föderáció

Ρωσική Ομοσπονδία◼◼◼

Ρωσική Ομοσπονδία (Rosikí Omospondía)◼◼◼

Το ιστορικό σας