ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

fák σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
FÁK

Κοινοπολιτεία Ανεξαρτήτων Κρατών◼◼◼

Fák

Δέντρα

fáklya

δάδα

δαυλός

πυρσός

Nimfák

Νύμφες

Το ιστορικό σας